31/12/2022
11.00 μ.μ. Παραμονή πρωτοχρονιάς του 2023. Έχω κρυφτεί στις τουαλέτες της Τεχνόπολης, στο κέντρο της Αθήνας. Έχω ακριβώς μία ώρα ως την αλλαγή του χρόνου. Είναι ο χρόνος που μου απομένει για να δαμάσω τα ένστικτα που μου όξυνε η χρονιά που τελειώνει. Ο χρόνος που έχω δώσει στον εαυτό μου για να αλλάξω τη ζωή μου. Σε αντίθετη περίπτωση θα κόψω τις χορδές μου, θα σπάσω τα κλειδιά και τη ράχη μου και θα χρησιμοποιήσω το καρφί μου για να βυθιστώ στη γη, να επιστρέψω στις ρίζες των κορμών που έγιναν οι δημιουργοί μου. Χρειάζομαι λίγο χρόνο, λίγα λεπτά, για να συνειδητοποιήσω πώς έφτασα εδώ, παραμονή του 2023, να παλεύω για τη ζωή μου, για την αξιοπρέπειά μου.
Λίγη, ελάχιστη, ώρα πριν, συμμετείχα σε μια χριστουγεννιάτικη συναυλία, εδώ στην Τεχνόπολη. Παίξαμε κλασικό ρεπερτόριο, ο κόσμος πηγαινοερχόταν σε μας και στη χριστουγεννιάτικη αγορά που είχε στηθεί παραδίπλα. Όλα τα έγχορδα αποδώσαμε εκπληκτικά, αλλά θαύμασα κυρίως ένα ολοκαίνουργιο, γυαλιστερό βιολί που γέμισε αγαλλίαση την ατμόσφαιρα με τον ήχο του· ήταν η νότα που μου έδωσε το κουράγιο που χρειαζόμουν. Μόλις η συναυλία τελείωσε, ο μουσικός μου με ακούμπησε στη βάση μου και κατευθύνθηκε προς κάποιους γνωστούς του που είχαν έρθει να τον δουν. Ήταν η ευκαιρία μου. Ακουμπώντας σε τοίχους και ισορροπώντας με δυσκολία στο καρφί μου, αλλά και με τη βοήθεια του δοξαριού μου, έφτασα στις τουαλέτες. Όσοι με είδαν δεν μίλησαν, δεν πίστεψαν. Έτσι, έφτασα ανενόχλητο, χώθηκα στην πιο ευρύχωρη τουαλέτα, στηρίχτηκα στον τοίχο και πήρα μια μελωδική ανάσα, ενώ υγρασία πότιζε το ξύλο μου από την υπερπροσπάθεια. Λίγες στιγμές μετά έβγαλα, με πόνο, ένα από τα κλειδιά μου και κλείδωσα την πόρτα. Ήμουν προς το παρόν ασφαλές.
Είμαι τώρα πιο ήρεμο. Θα ήθελα να συστηθώ. Είμαι από την Ιταλία, είμαι 58 χρονών, έχω ύψος 1 μέτρο και 80 εκατοστά και μεγάλο σωματικό όγκο. Μιλάω τη γλώσσα του σολ, του φα, του ντο, του… μη: μη μιλάς, μην ανασαίνεις, μην πονάς. Αυτήν τη γλώσσα την μιλάω τον τελευταίο χρόνο. Μέχρι τότε είχα ζήσει στην Ιταλία, μια όμορφη ζωή, σε μια γλυκιά οικογένεια μουσικών, περνώντας από διάφορα φιλόξενα χέρια που μου φέρθηκαν πάντα με αγάπη. Έναν χρόνο πριν, όμως, βρέθηκα μετανάστης στην Αθήνα· ο μουσικός μου αναγκάστηκε να με πουλήσει, είχα μεγάλη χρηματική αξία κι εκείνος μεγάλη ανάγκη. Έφτασα στα χέρια ενός μουσικού εδώ, γεμάτο στους πόρους μου δάκρυα του ιταλού φίλου μου και δικά μου εσωτερικά ραγίσματα πόνου για τον ξεριζωμό. Πλάι στον καινούργιο συνοδοιπόρο μου τα εσωτερικά μου ραγίσματα έγιναν και εξωτερικά: καλός μουσικός, σκληρός άνθρωπος. Για κάθε όμορφη νότα που μου χάριζε, έχω ριζωμένο στη μνήμη και στο σώμα μου ένα χτύπημα, ένα τσάκισμα. Το κορμί μου είναι από ξύλο, και το ξύλο ξύλο δεν αντέχει. Μπήκα στον πειρασμό να πέσω με όλο μου το βάρος πάνω του, να του αφήσω ανεξίτηλη τη μουσική της εκδίκησης· συχνά· δεν το έκανα. Ο άνθρωπος μπορεί να αγαπά, μπορεί και να βασανίζει. Εγώ θέλω μόνο την αγάπη. Γι’ αυτό βρήκα τη δύναμη. Λίγο πριν το νέο έτος, δεν θέλω να βασανίζομαι, δεν θέλω να βασανίσω. Ή θα λυτρωθώ -δεν ξέρω πώς, εξαρτώμαι- ή θα γυρίσω στη γη που με γέννησε.
Η ώρα περνά. Είναι 11.55. Η πόρτα τραντάζεται. Αλλάζω χίλια χρώματα, γεμίζω σπίθες φόβου, μυρίζω φωτιά πανικού. Είναι ο μουσικός μου. Έσκυψε και είδε κάτω από τη χαραμάδα της πόρτας, είδε πού κρύβομαι. Ωρύεται, με βρίζει, προσπαθεί να ανοίξει, είναι έτοιμος να σπάσει την πόρτα. Από την ένταση δακρύζω ρετσίνι και νότες μινόρε. Ακούγονται τώρα κάποιοι άντρες, καταλαβαίνω ότι είναι η ασφάλεια του χώρου. Τον απομακρύνουν. Ανακουφίζομαι, χαμογελώ ματζόρε. Ξαφνικά, όμως, η πόρτα ξεκλειδώνει.
Σαστίζω. Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ, η πόρτα ανοίγει ήρεμα και μπροστά μου βλέπω το νεογέννητο, αστραφτερό, μικροσκοπικό, θαυματουργό βιολί της συναυλίας. Με κοιτάζει με χαρούμενες, χαμογελαστές οπές, αγκαλιάζει με το δοξάρι του το δικό μου και μου λέει: «Καλή χρονιά.»
Βασίλης Ψηλακάκος
Δεκέμβρης 2022